Ο χόνδρος είναι η λεία απόληξη του οστού μέσα στην κάθε άρθρωση. Στο ανθρώπινο σώμα υπάρχουν τρία είδη χόνδρων: ο ελαστικός, ο ινώδης και ο υαλοειδής. Ο ελαστικός ανευρίσκεται στην έξω επιφάνεια των αυτιών, στην μύτη και την επιγλωττίδα. Ο ινώδης συμμετέχει στο σχηματισμό των μεσοσπονδύλιων δίσκων και τον βρίσκουμε μεταξύ των οστών της λεκάνης. Ο υαλοειδής είναι αυτός που καλύπτει τις αρθρώσεις, επαλείφει την επιφάνεια μεταξύ των πλευρών και συμμετέχει στο σχηματισμό της τραχείας.
Η βλάβη του αρθρικού χόνδρου είναι γνωστή ως χόνδρινη βλάβη ενώ σε περίπτωση που συμμετέχει τμήμα του υποκείμενου οστού χαρακτηρίζεται ως οστεοχόνδρινη βλάβη.
Οι χόνδρινες βλάβες μπορεί να οφείλονται:
- Σε αιφνίδιο τραυματισμό, όπως για παράδειγμα σε περίπτωση πτώσης ή κατά την διάρκεια αθλητικών δραστηριοτήτων
- Σε οστεοαρθρίτιδα, όπου υπάρχει χρόνια επιβάρυνση του αρθρικού χόνδρου και προοδευτική καταστροφή του
- Σε διαχωριστική οστεοχονδρίτιδα, όπου ένα μικρό κομμάτι χόνδρου με το υποκείμενο οστικό τεμάχιο αποκολλάται
- Σε φλεγμονή
Η εμφάνιση τους είναι συχνότερη σε ηλικίες μικρότερες των 35 και μεγαλύτερες από τα 60 έτη. Αυτό δικαιολογείται αν σκεφτούμε πως η πρώτη ηλικιακή ομάδα συμμετέχει συχνότερα σε αθλητικές δραστηριότητες που εμφανίζουν αυξημένο κίνδυνο τραυματισμού του χόνδρου, ενώ στην ηλικία άνω των 60 είναι μεγαλύτερη η επίπτωση της εκφυλιστικής οστεοαρθρίτιδας των αρθρώσεων.
Ο αρθρικός χόνδρος δεν έχει αγγείωση οπότε οποιαδήποτε βλάβη του είναι δύσκολο να επισκευαστεί. Εντούτοις στο κενό του αρθρικού χόνδρου, όπου δημιουργείται, ο οργανισμός παρασκευάζει ένα ουλώδη ιστό μικρότερης ισχύος και ανθεκτικότητας στην προσπάθεια να αναπλάσει την περιοχή της βλάβης. Η συχνότερη εντόπιση των χόνδρινων βλαβών είναι το γόνατο. Λιγότερο συνηθισμένες εντοπίσεις είναι ο ώμος, το ισχίο, ο αγκώνας, ο καρπός και η ποδοκνημική.
Ο ασθενής εμφανίζει οίδημα, πόνο στην άρθρωση, δυσκαμψία και μειούμενο εύρος κίνησης. Σε περιπτώσεις που τμήματα του χόνδρου είναι ελεύθερα στην άρθρωση είναι δυνατό να παρεμποδίσουν την κίνηση, δημιουργώντας αίσθημα μπλοκαρίσματος στον ασθενή. Σε χρόνιες βλάβες η συνοδός μυϊκή ατροφία μπορεί να δημιουργήσει αίσθημα αστάθειας.
Η ψηλάφηση κατά μήκος της αρθρικής επιφάνειας προκαλεί πόνο ενώ αίσθημα κριγμού παράγεται κατά την ενεργητική και παθητική κάμψη της άρθρωσης.
Η διάγνωση των χόνδρινων βλαβών δεν είναι δυνατό να επιβεβαιωθεί εύκολα με την κλινική εξέταση καθώς τα σημεία είναι ανάλογα με άλλες κλινικές οντότητες όπως το διάστρεμμα της άρθρωσης ή οι συνδεσμικές βλάβες. Για την επιβεβαίωση της διάγνωσης είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν οι απλές ακτινογραφίες (σε περιπτώσεις προχωρημένης αρθρίτιδας ή διαχωριστικής οστεοχονδρίτιδας), η μαγνητική τομογραφία και η αρθροσκόπηση. Η αρθροσκόπηση δίνει μια πραγματική εικόνα της έκτασης της βλάβης.
Οι χόνδρινες βλάβες ταξινομούνται σε 5 πέντε στάδια:
Στάδιο 0: Ο χόνδρος είναι φυσιολογικός
Στάδιο 1: Ο χόνδρος εμφανίζεται διογκωμένος και είναι μαλακός
Στάδιο 2: Ο χόνδρος εμφανίζει έλλειμμα μικρότερο του 50% του
πάχους του και σχισμές στην επιφάνειά του
Στάδιο 3: Ο χόνδρος εμφανίζει έλλειμμα μεγαλύτερο του 50% του
πάχους του
Στάδιο 4: Ο χόνδρος έχει χάσει όλο το πάχος του αφήνοντας
ακάλυπτες περιοχές οστού
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η έκταση της βλάβης δεν συνδέεται με την ένταση του πόνου. Η σοβαρότητα έγκειται στην θέση που εντοπίζεται και στην υποστήριξη ως εκ τούτου που παρέχει στην κίνηση της άρθρωσης (φορτιζόμενη ή μη φορτιζόμενη επιφάνεια).
Η συντηρητική θεραπεία ενδείκνυται στα πρώτα στάδια και περιλαμβάνει:
- την αποφόρτιση του πάσχοντος μέλους με χρήση βακτηριών μασχάλης (πατερίτσες)
- την παγοθεραπεία
- τα απλά αναλγητικά και τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα
- την αποφυγή δραστηριοτήτων που επιτείνουν τα συμπτώματα και
- τις φυσικοθεραπείες
- την προηγμένη ενεσοθεραπεία με βελτιωμένες εκδόσεις PRP όπως το “Irakine”.
Σε προχωρημένα στάδια της χόνδρινης βλάβης η συντηρητική θεραπεία προσφέρει βραχυχρόνια ανακούφιση και η χειρουργική αντιμετώπιση είναι απαραίτητη. Η αρθροσκόπηση είναι η μέθοδος εκλογής. Μέσα από μικρές οπές μεγέθους μέχρι ένα εκατοστό έχουμε την δυνατότητα υπό άμεση όραση να παρέμβουμε στην περιοχή της βλάβης. Διάφορες μέθοδοι χρησιμοποιούνται όπως η επανακαθήλωση με καρφίδες του “αιωρούμενου” μα μη αποκολλημένου χόνδρου, η ενεργοποίηση του μυελού των οστών με την τεχνική των μικροκαταγμάτων (microfractures), η αυτόλογη μεταμόσχευση οστεοχόνδρινων κυλίνδρων (mosaicplasty), η ετερόλογη μεταμόσχευση μεγάλων οστεοχόνδρινων τεμαχίων (από τράπεζες πτωματικών δοτών όπως τα mega-OATS), η αυτόλογη μεταμόσχευση χονδροκυττάρων και η χρήση συνθετικών ικριωμάτων με τη μορφή χωροδικτυώματος (MajoRegen, Agili-C) ή με τη μορφή ζελατινώδους “σκαλωσιάς” όπως το BST-Cargel.
Η ενεργοποίηση του μυελού γίνεται με την τεχνική των μικροκαταγμάτων κατά την οποία με ένα ειδικό εργαλείο δημιουργούνται μικρές οπές στο υποχόνδριο οστό. Με αυτόν τον τρόπο δημιουργείται νεοαγγείωση, απελευθερώνεται αίμα (πλούσιο σε αναγεννητικούς παράγοντες) και δημιουργείται ένας θρόμβος στην περιοχή της χόνδρινης βλάβης που προοδευτικά μετασχηματίζεται σε ινώδη χόνδρο. Το μειονέκτημα της μεθόδου είναι ότι ο ινώδης χόνδρος δεν είναι τόσο εύκαμπτος όσο υαλοειδής, με αποτέλεσμα να μην έχει την ίδια μηχανική συμπεριφορά και πιθανότατα μετά από ορισμένα χρόνια να χρειαστεί επανεπέμβαση. Επίσης η μέθοδος ενδείκνυται μόνο για νέα άτομα με μονήρη βλάβη (μεγέθους μέχρι 2 εκατοστά) και καλή ποιότητα υποχόνδριου οστού.
Κατά τη μερική αποκόλληση-αιώρηση χωρίς απόσπαση του χόνδρου, που επισυμβαίνει κυρίως στην πρόσφατη (μέχρι τριών εβδομάδων) διαχωριστική οστεοχονδρίτιδα υπάρχει η δυνατότητα επανακαθήλωσης του αποκολλημένου τεμαχίου με απορροφήσιμες καρφίδες που το συμπιέζουν στο υποχόνδριο οστό.
Κατά την αυτόλογη μεταμόσχευση οστεοχόνδρινων κυλίνδρων (mosaicplasty) λαμβάνονται κυλινδρικά οστεοχόνδρινα τμήματα από μη φορτιζόμενες περιοχές της άρθρωσης και εμφυτεύονται στην πάσχουσα περιοχή. Με αυτό τον τρόπο δεν επηρεάζεται η λειτουργία της άρθρωσης και γίνεται διόρθωση της βλάβης με υαλοειδή χόνδρο. Ωστόσο υπάρχει περιορισμός στην έκταση της βλάβης που μπορούμε να διορθώσουμε, καθώς δεν μπορούμε να αφαιρέσουμε μεγάλη έκταση υγιούς χόνδρου από την δότρια περιοχή.
Η ετερόλογη μεταμόσχευση μεγάλων οστεοχόνδρινων τεμαχίων (από τράπεζες πτωματικών δοτών όπως τα mega-OATS), αποτελεί λύση σε περιπτώσεις εκτεταμένων βλαβών που δε δύναται να αντιμετωπισθούν με αυτομόσχευμα. Η τεχνική που ακολουθείται είναι σε γενικές γραμμές η ίδια, αλλά το μόσχευμα προέρχεται από πρόσφατα θανόντα δότη που έχει ελεγχθεί για πιθανή φλεγμονή. Συνήθως τοποθετούνται τεμάχια που προσεγγίζουν σε μέγεθος τουλάχιστον το μισό του μηριαίου κονδύλου που πάσχει.
Η αυτόλογη μεταμόσχευση χονδροκυττάρων είναι μία τεχνική δύο σταδίων (χειρουργείων) στην οποία συμβαίνουν τα ακόλουθα: Κατ’ αρχάς αρθροσκοπείται η πάσχουσα άρθρωση και λαμβάνονται τεμαχίδια χόνδρου τα οποία αποστέλλονται σε ειδικά κέντρα προς πολλαπλασιασμό και αναπαραγωγή των χονδροκυττάρων. Έπειτα από 2 με 3 εβδομάδες τα αναπλασμένα χονδροκύτταρα (που μεταφέρονται πάνω σε μία μεμβράνη) με νέα επέμβαση τοποθετούνται στα χόνδρινα ελλείμματα. Το κόστος αυτής της διαδικασίας είναι πολύ υψηλό και λόγω της πολυπλοκότητάς της, η μέθοδος χρησιμοποιείται σε ειδικές περιπτώσεις.
Η χρησιμοποίηση του τεχνητού ικριώματος αποτελεί μια νέα μέθοδο. Το ικρίωμα αποτελεί μια κατασκευή από πρωτεΐνες και κολλαγόνο τοποθετείται στην προσβεβλημένη επιφάνεια και προσελκύει χονδροκύτταρα που θα σχηματίσουν νέο χόνδρο. Προοδευτικά το ικρίωμα απορροφάται για να παραμείνει ο νεοσχηματισμένος χόνδρος. Τα ικριώματα αυτά τοποθετούνται με ανοικτές μεθόδους (τομές) όπως το MajoRegen & το Agili-C ή αρθροσκοπικά όπως το BST-Cargel.
Στο Arthro-Athens υπάρχει τόσο μεγάλη εξειδίκευση στα θέματα αντιμετώπισης των χόνδρινων βλαβών, που τα βήματα πρωτοπορίας διαδέχονται το ένα το άλλο.
Έτσι, μέσα στο 2014 για πρώτη φορά στον κόσμο τοποθετήθηκε MajoRegen πλήρως αρθροσκοπικά, και επίσης το 2014 τοποθετήθηκε για πρώτη φορά στη χώρα μας BST-Cargel σε χόνδρινο έλλειμμα αστραγάλου.
Μετά το χειρουργείο η άρθρωση προστατεύεται μέχρι την αποκατάσταση του χόνδρου. Αν πρόκειται για το γόνατο ή την ποδοκνημική, ο ασθενής πρέπει να βαδίσει με την βοήθεια βακτηριών μασχάλης (πατερίτσες).
Από την πρώτη εβδομάδα ξεκινά παθητική κίνηση της άρθρωσης με σκοπό να διατηρηθεί ένα φυσιολογικό εύρος κίνησης. Με την πρόοδο της επούλωσης η φυσικοθεραπεία επικεντρώνεται στην μυϊκή ενδυνάμωση και η επιστροφή σε αθλητικές δραστηριότητες τοποθετείται μετά από περίπου επτά έως εννέα μήνες.