Τα οστά του φυσιολογικού χεριού είναι ευθυγραμμισμένα ώστε να επιτρέπεται η μέγιστη λειτουργικότητα στις λεπτές κινήσεις σύλληψης αλλά και στις αδρές κινήσεις δραγμού. Κάταγμα σε ένα από τα οστά του χεριού διαταράσσει την φυσιολογική ευθυγράμμιση-επαλληλία επηρεάζοντας την λειτουργικότητα ολόκληρου του χεριού.
Το χέρι αποτελείται από 27 οστά: 8 οστά του καρπού, 5 οστά της παλάμης (μετακάρπια) και 14 οστά των δακτύλων (φάλαγγες). Κατάγματα των οστών του χεριού μπορούν να προκληθούν από χτύπημα σε ανένδοτη επιφάνεια (γροθιά), πτώση ή παράδοξη κίνηση των δακτύλων από σφοδρή πτώση αντικειμένου (μπάλα).
Το χέρι σε περίπτωση κατάγματος είναι δυνατό να εμφανίζει οίδημα, αιμάτωμα, τοπική ευαισθησία, παραμόρφωση, αδυναμία κίνησης των δακτύλων, βράχυνση κάποιου δακτύλου ή εφίππευση του πάσχοντος δακτύλου στο γειτονικό.
Οι απλές ακτινογραφίες θα επιβεβαιώσουν την διάγνωση. Απαραίτητος ο νευραγγειακός έλεγχος του χεριού για τυχόν διαταραχή της αιμάτωσης και της αισθητικότητας του.
Στην πλειονότητα των περιπτώσεων είναι δυνατό να αποκαταστήσουμε την ευθυγράμμιση των οστών (ανάταξη) με χειρισμούς υπό τοπική αναισθησία ή μέθη. Μικρές αποκλίσεις από τον φυσιολογικό άξονα δεν συνοδεύονται από διαταραχή της λειτουργικότητας του χεριού. Στην συνέχεια εφαρμόζουμε ένα γύψινο νάρθηκα ή κλειστό κυκλοτερή γύψο για να διατηρήσουμε τα οστά στην επιθυμητή θέση. Ο γύψος εκτείνεται από τα ακροδάκτυλα έως τον αγκώνα. Απαιτείται τακτική ακτινολογική παρακολούθηση, ανά εβδομάδα συνήθως, έως την αφαίρεση του γύψου μετά από 3 έως 6 εβδομάδες.
Ωστόσο σε ορισμένες περιπτώσεις είναι απαραίτητη η χειρουργική αποκατάσταση του κατάγματος, είτε γιατί είναι αδύνατο με κλειστές μεθόδους να επιτευχθεί ικανοποιητική ανάταξη είτε γιατί απαιτείται ανατομική ανάταξη λόγω της εντόπισης του (ενδαρθρικά) . Διάφορα υλικά είναι διαθέσιμα όπως μικρές βίδες και πλάκες τιτανίου για την συγκράτηση των οστικών τεμαχίων. Μετά το χειρουργείο ακολουθεί πρόγραμμα φυσικοθεραπείας για κινητοποίηση των αρθρώσεων και την επίτευξη πλήρους εύρους κίνησης.