Τα κατάγματα της διάφυσης του βραχιονίου οστού είναι συχνότερα στην τρίτη δεκαετία της ζωής ύστερα από κακώσεις υψηλής ενέργειας όπως τροχαία, εργατικά ατυχήματα, με υπεροχή στο ανδρικό φύλο. Αύξηση επίσης παρατηρείται στην όγδοη δεκαετία της ζωής , αφορώντας οστεπορωτικές γυναίκες μετά από πτώση από το ύψος τους πάνω στην παλάμη με τεντωμένο το άνω άκρο ή πτώση πάνω στον αγκώνα.
Η πλειονότητα αυτού του είδους των καταγμάτων και κυρίως των μεμονωμένων χαμηλής ενέργειας, ανταποκρίνονται πολύ καλά με συντηρητικές μεθόδους. Σ αυτές περιλαμβάνονται η εφαρμογή γύψινου νάρθηκα σχήματος U, ο κρεμάμενος γύψος ή λειτουργικός νάρθηκας Sarmiento. Ωστόσο μειονεκτήματα της συντηρητικής θεραπείας αποτελούν η ακινητοποίηση της άρθρωσης του αγκώνα και η δυσκολία συμμόρφωσης του ασθενούς. Το βραχιόνιο αποτελεί οστό μη φορτιζόμενο και παραμένουσες γωνιώδεις παραμορφώσεις ή μικρού βαθμού βράχυνση γίνονται ανεκτές σε μεγάλο ποσοστό, χωρίς να οδηγούν σε δυσλειτουργία του άνω άκρου. Έτσι ραιβότητα 15-20 μοιρών και βράχυνση 2,5-3 εκατοστών είναι αποδεκτά .
Θεραπεία
Η χειρουργική θεραπεία έχει θέση σε ανοικτά κατάγματα, σε κλειστά κατάγματα υψηλής ενέργειας, σε κατάγματα με συνοδές νευροαγγειακές βλάβες, σε σύστοιχες βλάβες αγκώνα και αντιβραχίου και σε αμφοτερόπλευρα κατάγματα βραχιονίων. Οι χειρουργικές τεχνικές που εφαρμόζονται είναι η ανοικτή ανάταξη και εσωτερική οστεοσύνθεση με πλάκα και βίδες, η ενδομυελική ήλωση και η εξωτερική οστεοσύνθεση.
Κατά την ορθόδρομη ενδομυελική ήλωση διενεργείται τομή μήκους περίπου 5 εκατοστών, στην άνω-έξω επιφάνεια του βραχίονα. Αρχικά τοποθετείται οδηγό σύρμα με την βοήθεια του οποίου στη συνέχεια ο ήλος εισάγεται εντός του αυλού του βραχιονίου υπό ακτινοσκοπικό έλεγχο. Τελικά ο ήλος σταθεροποιείται με την βοήθεια κοχλιών. Στην περίπτωση της ανάστροφης ενδομυελικής ήλωσης, πραγματοποιείται οπίσθια τομή στο ύψος του αγκώνα και ακολουθείται κατά τα υπόλοιπα όμοια τεχνική. Και στις δύο περιπτώσεις η έναρξη φυσικοθεραπειών του αγκώνα και του ώμου αρχίζει από την πρώτη μετεγχειρητική ημέρα.
Κατάγματα του άνω τριτημορίου του βραχιονίου αντιμετωπίζονται καλύτερα με ορθόδρομη ενδομυελική ήλωση, ενώ κατάγματα του κάτω τριτημορίου με ανάστροφη ήλωση. Ας σημειωθεί πάντως πως η επιλογή του τρόπου αντιμετώπισης εξαρτάται από τον τύπο του κατάγματος και την εμπειρία του χειρουργού με την εκάστοτε μέθοδο
Το βασικό πλεονέκτημα των ενδομυελικών ήλων είναι η μικρή χειρουργική προσπέλαση και ως εκ τούτου ο σεβασμός των μαλακών μορίων και η γρήγορη κινητοποίηση των μυών και των παρακείμενων αρθρώσεων. Οι αντενδείξεις για την ήλωση του βραχιονίου περιλαμβάνουν κατάγματα που απέχουν λιγότερο από 5 με 7 εκ. από την άρθρωση του αγκώνα, αυτά που συνοδεύονται από νευρολογική σημειολογία ή από οστικό έλλειμμα, ενώ δεν πραγματοποιείται ενδομυελική ήλωση σε παιδιά με ανοιχτές επιφύσεις και ανοικτά κατάγματα με μεγάλο δερματικό έλλειμμα και αγγειακή βλάβη.
Επιπλοκές
Η κύρια επιπλοκή αφορά στη μετεγχειρητική δυσκαμψία κυρίως λόγω της κάκωσης του στροφικού πετάλου στο σημείο εισόδου του ήλου. Εντατική φυσικοθεραπεία απαιτείται για την αντιμετώπισή της. Επίσης υπάρχει κίνδυνος τραυματισμού διάφορων νευραγγειακών δομών όπως το μασχαλιαίο νεύρο, το κερκιδικό, το οπίσθιο δερματικό του βραχίονα, το μέσο νεύρο και η βραχίονα αρτηρία. Ωστόσο οι επιπλοκές αυτού του είδους περιορίστηκαν με το σχεδιασμό κατάλληλων υλικών που περιορίζουν την πιθανότητα τραυματισμού. Η εφαρμογή των ανάστροφων ήλων έχει σαν πιθανές επιπλοκές την ανάπτυξη δυσκαμψίας της άρθρωσης του αγκώνα, ιατρογενή κατάγματα στην περιοχή της εισόδου του ήλου και την έκτοπη οστεοποίηση.