Η κερκίδα είναι ένα από τα οστά του αντιβραχίου, το άλλο λέγεται ωλένη. Όταν το χέρι είναι στραμμένο με την παλάμη προς τα πάνω, η κερκίδα βρίσκεται προς τη μεριά του αντίχειρα, ενώ η ωλένη προς τη μεριά του μικρού δακτύλου. Το άνω άκρο της κερκίδας στην περιοχή του αγκώνα, καταλήγει σε μια διόγκωση που ονομάζεται κεφαλή. Αυτή καλύπτεται από ένα λείο κάλυμμα το χόνδρο, που εξασφαλίζει ομαλή κινητικότητα στην άρθρωση του αγκώνα.
Όταν προσπαθούμε να σταματήσουμε την πτώση μας ακουμπώντας το χέρι μας στο έδαφος με τον αγκώνα τεντωμένο, οι δυνάμεις διατρέχουν τον καρπό, το αντιβράχιο, τον αγκώνα και τον ώμο, οπότε σε κάποιο σημείο της διαδρομής τους είναι δυνατό να προκληθεί κάταγμα. Τα κατάγματα της κεφαλής της κερκίδας εμφανίζονται στο 20% των κακώσεων του αγκώνα. Εμφανίζονται συνήθως σε ηλικίες μεταξύ 30 – 40 ετών και συχνότερα στις γυναίκες.
Οι ασθενείς εμφανίζουν πόνο στην εξωτερική επιφάνεια του αγκώνα, οίδημα, δυσχέρεια κάμψης και έκτασης του αγκώνα, επώδυνο πρηνισμό και υπτιασμό του αντιβραχίου.
Η διάγνωση επιβεβαιώνεται με απλές ακτινογραφίες της περιοχής του αγκώνα. Η θεραπεία, εξαρτάται από τον τύπο του κατάγματος και την παρεκτόπιση των καταγματικών τεμαχίων σύμφωνα με την κατηγοριοποίηση του Mason:
- Τύπου Ι, κατάγματα με παρεκτόπιση μικρότερη από 2 mm χωρίς μπλοκάρισμα της κίνησης του αγκώνα
- Τύπου ΙΙ, όπου η παρεκτόπιση είναι μεγαλύτερη από 2 mm με ή χωρίς μπλοκάρισμα της κίνησης του αγκώνα
- Τύπου ΙΙΙ, με μεγάλη συντριβή που καθιστά αδύνατη την τοποθέτηση των τεμαχίων στην ανατομική τους θέση
Στα τύπου Ι, η θεραπεία περιλαμβάνει τοποθέτηση μιας ανάρτησης ή λειτουργικού κηδεμόνα και πρόωρη κινητοποίηση με αυξανόμενο εύρος κίνησης. Στα τύπου ΙΙ, απαιτείται χειρουργική επέμβαση για επανατοποθέτηση των οστικών τεμαχίων στη θέση τους και συγκράτηση τους με υλικά οστεοσύνθεσης όπως βίδες και πλάκες. Στα τύπου ΙΙΙ, η αφαίρεση της κεφαλής της κερκίδας ή η αντικατάστασή της με τεχνητή πρόθεση μπορεί να βελτιώσει την λειτουργικότητα του αγκώνα.
Οι μεταλλικές προθέσεις έχει αποδειχθεί ότι αποκαθιστούν την κινηματική του αγκώνα και την σταθερότητα τόσο σε περιπτώσεις με άθικτους συνδέσμους όσο και μετά από συρραφή ραγέντων συνδέσμων. Ωστόσο, τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα της πίεσης της πρόθεσης της κερκίδας στην αρθρική επιφάνεια του βραχιονίου είναι άγνωστα. Επίσης πρωταρχικής σημασίας είναι η επιλογή πρόθεσης κατάλληλου μεγέθους γιατί σε αντίθετη περίπτωση δημιουργούνται προβλήματα πρόσκρουσης και αδυναμία κίνησης στον αγκώνα.
Μετά την επέμβαση ακολουθεί εντατικό πρόγραμμα φυσικοθεραπείας για την επίτευξη πλήρους εύρους κίνησης και ενδυνάμωσης. Οι περισσότεροι ασθενείς επιστρέφουν στις καθημερινές του δραστηριότητες μετά από διάστημα 3-4 μηνών.