Είναι η κατάσταση κατά την οποία η τελική φάλαγγα (ονυχοφόρος) ενός δακτύλου βρίσκεται σε μερική κάμψη και δεν είναι δυνατό να ευθειαστεί ενεργητικά από τον άρρωστο. Η πρόσκρουση ενός αντικειμένου , όπως μια μπάλα, στα ακροδάκτυλα είναι δυνατό να σπάσει τον λεπτό τένοντα που εκτείνει το δάκτυλο. Υπάρχουν περιπτώσεις που ο τένοντας αποσπάται μαζί με ένα οστικό τεμάχιο από την φάλαγγα στην οποία είναι συνδεδεμένος.
Ο ασθενής παρουσιάζει πτώση της ονυχοφόρου φάλαγγας του δακτύλου που συνήθως συνοδεύεται από πόνο, οίδημα και αιμάτωμα της περιοχής. Είναι δυνατό να συνυπάρχει υπονύχιο αιμάτωμα ή αποκόλληση του νυχιού από την μήτρα του. Ο ευθειασμός της άρθρωσης είναι αδύνατος. Η κλινική εικόνα είναι χαρακτηριστική για την διάγνωση. Απλές ακτινογραφίες είναι απαραίτητες για να διαπιστώσουμε τυχόν συνοδό κάταγμα ή εξάρθρημα της άπω φαλαγγοφαλαγγικής άρθρωσης.
Η θεραπεία είναι συντηρητική στις περισσότερες περιπτώσεις. Ένας ειδικός νάρθηκας που τοποθετείται στο δάκτυλο διατηρεί την τελική φάλαγγα σε έκταση μέχρι την επούλωση του τένοντα. Τις πρώτες ημέρες η παγοθεραπεία και η ανάρροπη θέση του δακτύλου θα βοηθήσουν στην υποχώρηση του οιδήματος και του πόνου. Ο νάρθηκας θα παραμείνει για 8 εβδομάδες συνολικά. Τις 4 πρώτες εβδομάδες ο ασθενής τον διατηρεί σ όλη την διάρκεια της ημέρας, ενώ τις επόμενες 4 αφαιρείται μερικές ώρες και ξεκινά ενεργητική κινητοποίηση. Οι περισσότεροι ασθενείς αποκτούν ικανοποιητική κίνηση ωστόσο ένα μικρό ποσοστό μπορεί να εμφανίζει περιορισμό της έκτασης.
Η χειρουργική θεραπεία προκρίνεται σε περιπτώσεις συνοδών καταγμάτων ή εξαρθρήματος της φαλαγγοφαλαγγικής άρθρωσης καθώς και επί αποτυχίας της συντηρητικής θεραπείας. Σ αυτές τις περιπτώσεις λεπτά σύρματα ή μικρές βίδες είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν για την αποκατάσταση της βλάβης. Σε παραμελημένες περιπτώσεις με σοβαρή δυσμορφία και διαταραχή της λειτουργικότητας του χεριού είναι δυνατό να χρειασθούν τενόντια μοσχεύματα ή αρθρόδεση της άπω φαλαγγοφαλαγγικής άρθρωσης.